Πήλιο – Οκτώβριος 2015

Το αφιέρωμα γράφει ο Νίκος Φιλιππάκης

Είναι πλέον γεγονός ότι κάθε πολυήμερη εκδρομή  ξεκινά όχι από το πρώτο μονοπάτι, αλλά απ’ τη στιγμή που σμίγουμε στο καράβι. Μαζί στη μεγάλη παρέα μας ο Ορειβατικός Σύλλογος Μοιρών, που με τα ευχάριστα μέλη του ξανασμίξαμε  λέγοντας ιστορίες, ανέκδοτα και μαντινάδες με τη συνοδεία της απαραίτητης ρακής  με τα στραγάλια και τις σταφίδες. Το πλοίο κούνησε λιγάκι, μάλλον για να μας νανουρίσει, σκέφτηκα.

Σάββατο πρωί κι ο Κώστας, ο οδηγός του λεωφορείου, μας περίμενε στο λιμάνι του Πειραιά, επιβιβαστήκαμε και ξεκινήσαμε για Βόλο κάνοντας τις απαραίτητες στάσεις. Ο καιρός αρκετά συννεφιασμένος  και σε κάποιες στιγμές έβρεχε. Ευτυχώς, όταν φτάσαμε στον  Βόλο η βροχή είχε σταματήσει. Ο Αρχηγός μας, ο Άλκης Γκέσκος, μας περίμενε στο ξενοδοχείο. Αφού ταχτοποιηθήκαμε στα δωμάτια κάναμε μια δίωρη βόλτα για να πάρουμε μια πρώτη εικόνα της πόλης. Μετά πήραμε το λεωφορείο και κατευθυνθήκαμε στη Μακρυνίτσα για την πρώτη μας εξόρμηση. Πολλά επιφωνήματα  θαυμασμού ακουγόταν πριν ακόμη φτάσουμε στην αφετηρία λόγω της ομορφιάς του φυσικού τοπίου αλλά και της ομοιομορφίας των οικισμών.

Η Μακρυνίτσα είναι ένα ορεινό χωριό του Πηλίου που έχει χαρακτηρισθεί από το 1980 ως διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός απολύτου προστασίας. Το όνομά της λογικά το πήρε γιατί  είναι χτισμένη σε υψόμετρο από 300μ μέχρι 850μ, κάτι σαν τη δική μας Αγία Βαρβάρα αλλά σε κάθετη διάταξη!

Στο χωριό μας περίμενε ο Κυριάκος Σταθάκης, μέλος του ΕΟΣ Βόλου, για να μας οδηγήσει στο μονοπάτι. Το καταπράσινο τοπίο με τα πλατάνια, τις καστανιές, τις καρυδιές και τις οξιές απλωνόταν μπροστά μας σε συνδυασμό με τα μεγάλα ρυάκια που κατέβαζαν νερό, αφού την προηγούμενη εβδομάδα έβρεχε για πολλές  μέρες. Είδαμε άγρια σπαράγγια να έχουν ανοίξει  και παραξενευτήκαμε γιατί αυτό συμβαίνει στη Κρήτη μετά το Φεβρουάριο. Σε  μια ώρα φτάσαμε το χωριό Σταγιάτες  και περνώντας  ένα μεγάλο ρυάκι  πιάσαμε ξανά τη Μακρυνίτσα από το κάτω μέρος περνώντας από τα γραφικά και αριστοτεχνικά χτισμένα καλντερίμια της, τα καλοδιατηρημένα και αναστηλωμένα αρχοντικά της και  τις  παραδοσιακές της κρήνες, οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία.

Όταν φτάσαμε στη κεντρική πλατεία είχε αρχίσει να σουρουπώνει,  γεγονός που έδωσε της ευκαιρία στους φωτογράφους να βγάζουν νυχτερινές εικόνες της πόλης του Βόλου! Επιστρέψαμε στην πόλη και, μετά το απαραίτητο μπάνιο, όλοι μαζί πήραμε σβάρνα τα τσιπουραδικα. Απόψε άλλαζε η ώρα, οπότε κερδίζαμε η μια ώρα ύπνο ή μια ώρα τσίπουρα!

Κυριακή πρωί  μαζεύουμε τα πράγματα μας και φεύγουμε ξανά για Μακρυνίτσα.  Από εκεί χωριστήκαμε σε δύο ομάδες και ακολουθήσαμε δύο διαφορετικές διαδρομές.

Η πρώτη διαδρομή ήταν ευκολότερη. Πήγαμε μέχρι τη Ζαγορά, το μεγαλύτερο και ένα από τα ιστορικότερα χωριά του Πηλίου, όπου   υπάρχει το σχολείο του Ρήγα Φεραίου, το “Ελληνομουσείο”. Αφού κάναμε τη βόλτα μας, πήραμε το μονοπάτι που σε δύο ώρες μας οδήγησε στην παραλία του Χορευτού. Δεν παραλείψαμε φυσικά να δοκιμάσουμε τα νοστιμότατα μήλα Ζαγορίου, τα φιρίκια, τα καρύδια, τα κάστανα και τα βατόμουρα που συναντούσαμε στο δρόμο μας. Στην παραλία, μόνο η Αναστασία τόλμησε να βουτήξει στα νερά του Αιγαίου. Ύστερα με το λεωφορείο μεταφερθήκαμε στην ταβέρνα στο Πουρί, όπου έφτασε κι η ομάδα της διάσχισης και όλοι μαζί γευτήκαμε τις τοπικές σπεσιαλιτέ.

Για τη δεύτερη διαδρομή μας περίμενε ο Κυριάκος κρατώντας στο χέρι του ένα κουτί κόκκινη μπογιά για να φρεσκάρει τα  σημάδια στο μονοπάτι. Στην αρχή το μονοπάτι είχε τρεχούμενα νερά και αυτό μας καθυστερούσε λίγο. Πρώτη στάση στο Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, όπου μας περίμεναν αλλά 14 άτομα από τον ΕΟΣ Βόλου για να περπατήσουμε μαζί.

Στην αρχή περάσαμε μέσα από πολλές καλλιέργειες με μηλιές, άλλωστε εδώ παράγονται τα ξακουστά μήλα Πηλίου και μάλιστα τύχαμε στην εποχή της συγκομιδής. Αποτελούσε υπέροχη αίσθηση να περπατάς σε μονοπάτι στρωμένο με κάστανα, αλλά, όσο προχωρούσαμε, τη σκυτάλη έπαιρναν  οι πανύψηλες οξιές. Πάνω από το 90% της διαδρομής δεν βλέπαμε καθόλου ουρανό και σε κάποια σημεία το φως λιγόστευε απ την πυκνή  βλάστηση. Καταπληκτικές εικόνες με το ήχο του νερού να τις συνοδεύει και με τα αρώματα της άγριας φύσης να σε γεμίζουν ενέργεια και φυσικά να σου δίνουν κουράγιο να συνεχίσεις.

Σημαντικό όμως κουράγιο μας έδωσαν και τρεις συνορειβάτισσες από τον ΕΟΣ Βόλου που ήξεραν να μαζεύουν και να ξεχωρίζουν τα μανιτάρια, οπότε ξέραμε ότι στο τέλος θα υπάρχει επιβράβευση! Είδαμε παρά πολλά  και σε διαφορετικά μεγέθη και φανταστικά χρώματα. Είδα ένα κόκκινο με άσπρες βούλες σαν αυτό που έβλεπα μικρός στα Στρουμφάκια … ρώτησα τη Σοφία αν τρώγεται και μου απάντησε «όχι, αυτό είναι παλαβό!» Έτσι ονομάζουν τα δηλητηριώδη εδώ, γιατί όποιος τα φάει παθαίνει παραισθήσεις…  αν δεν συναντήσει τον Άγιο Πέτρο!

Ώρα 12.30 μαζεύτηκε όλη  η ομάδα. Για να συνεχίσουμε τη διάσχιση έπρεπε να περάσουμε από στρατιωτική περιοχή, όπου απαγορεύονταν οι φωτογραφίες για ευνόητους λόγους. Μας περίμεναν οι υπαξιωματικοί και μας συνόδευσαν μετά από μια ώρα στη έξοδο, τους ευχαριστήσαμε και συνεχίσαμε το μονοπάτι.

Δύο ώρες αργότερα η διάσχιση αυτής της κορυφογραμμής μέσα απ τα πυκνά δάση τέλειωνε και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε, επιτέλους φάνηκε το Πουρί. Μπροστά μου η ταβέρνα, όπου είχε έρθει η υπόλοιπη ομάδα, δεν έπρεπε να μπω όμως… πρώτα διατάσεις γιατί και αύριο  έχει πορεία! Χαιρετήσαμε όλους τους συνορειβάτες από το Βόλο και τους ευχαριστήσαμε για την φανταστική εμπειρία που κράτησε 9.30 ώρες περπατώντας συνολικά 18,5 χιλιόμετρα. Είχαμε ανέβει απ τα 620μ στα 1614μ και κατεβήκαμε στα 500μ στο Πουρί, οπότε ένα πιάτο αμανίτους το δικαιούμαστε! Και φυσικά το χειροκρότημα απ’ όλη την ομάδα σε καθέναν που έμπαινε στην ταβέρνα ήταν πολύ συγκινητικό.

Τα επόμενα βράδια διανυκτερεύσαμε στο Σαλέ Θεοδώρου στο Χιονοδρομικό Κέντρο στις Αγριόλευκες, στα 1350μ.

Τη Δευτέρα το πρωί πήγαμε στα Άνω Λεχώνια. Η ανάβαση στις όμορφες πλαγιές του Πηλίου μέχρι τις Μηλιές τσαφ-τσουφ ξεκινά! Μια από τις πιο στενές σιδηροδρομικές γραμμές στον κόσμο, μόλις 60 εκατοστά, φιλοξενεί τα 4 βαγόνια του «Μουτζούρη», όπως λεγόταν κάποτε το τραινάκι του Πηλίου, για να δηλώσει την ατμοκίνηση και τον καπνό που άφηνε στο πέρασμά του. Η διαδρομή είναι ορεινή, διασχίζοντας τις κατάφυτες πλαγιές, με την πυκνή βλάστηση από πλατάνια και πουρνάρια. Εννοείται πως όλοι βγάλαμε δεκάδες φωτογραφίες! Φτάσαμε στις Μηλιές με μηχανοδηγό τον Γιάννης Μηλαθιανακη του ΕΟΣ Μοιρών, που είχε μπει μαζί  με τους μηχανοδηγούς στη μηχανή, όπου στο τέρμα  έβγαλε τη ρακή με τις σταφίδες  για να κεράσει τους «συναδέλφους» του!

Οι Μηλιές, ένα από τα γραφικότερα χωριά του βουνού των Κενταύρων, είναι παλιό κεφαλοχώρι με μακρά ιστορία. Χαρακτηριστικό του οικισμού είναι η αυθεντική Πηλιορείτικη αρχιτεκτονική με πυργόσπιτα και αρχοντικά, πολλά από τα οποία έχουν σήμερα μετατραπεί σε ξενώνες. Η εκκλησία των Ταξιαρχών που χτίστηκε πριν το 1741, το λαογραφικό μουσείο και η βιβλιοθήκη, μία από τις παλαιότερες στην Ελλάδα, μας περίμεναν  για περιήγηση.

Ταυτόχρονα μας περίμενε και ο Κώστας Λαούδης, ο Έφορος Ορειβασίας του ΕΟΣ Βόλου, για να μπούμε στο μονοπάτι για Τσαγκαράδα. Μπήκαμε στα παλιά πέτρινα μονοπάτια του χωριού, τα οποία συνέχιζαν αρκετά έξω από αυτό και σου έδιναν όρεξη να τα περπατάς. Παρακάτω συναντήσαμε  μουλάρια φορτωμένα με ξύλα και λίγο παρακάτω τους υλοτόμους  που αραίωναν  κάποια τμήματα του δάσος σύμφωνα με την υπόδειξη του Δασαρχείου. Διασχίσουμε την περιοχή NATURA 2000  και το Καταφύγιο Άγριας Ζωής Άγιος Δημήτριος – Ιταμός.

Αφού περάσαμε ένα μεγάλο κομμάτι με οξιές  αρχίσαμε να κατηφορίζουμε για Τσαγκαράδα, η οποία διαθέτει ένα πραγματικό λαβύρινθο καλντεριμιών-μονοπατιών παρά πολύ καλά σηματοδοτημένων   σε κάθε αλλαγή πορείας.  Περάσαμε ένα τοξωτό γεφύρι  που έτρεχαν νερά, το οποίο ήταν σκεπασμένο με κάθε λογής φύλλα. Διασχίσαμε την Τσαγκαράδα, ένα μέρος ευλογημένο με πλούσια ιστορία και κουλτούρα, και μετά από μισή ώρα καταλήξαμε στην Αγία Παρασκευή, πρωτεύουσα του χωριού και του Δήμου Μουρεσίου. Ένας τεράστιος πλάτανος με ηλικία πάνω από 1000 χρόνια μας υποδέχτηκε. Η περίμετρος του κορμού φτάνει τα 14 μέτρα και αμέσως, σαν τα κρι-κρι, σκαρφαλώσαμε στα κλαδιά του για φωτογραφίες. Μάλιστα το ένα κλαδί του το συγκρατούσε μια ογκώδης κολόνα για να μην σπάσει.

Αναχωρήσαμε για τον Κισσό για φαγητό και πίσω στο σαλέ για νάνι, απαραίτητο μετά από 13,5 χιλιόμετρα πορείας.

Την τελευταία μέρα της πεζοπορίας κατευθυνθήκαμε στο νότιο Πήλιο. Στην παρέα μας πάλι, εκτός από τον Κώστας και ο Κυριάκος που μας  ενημέρωνε για τις δράσεις και το έργο του Συλλόγου «Οι φίλοι των καλντεριμιών του Νότιου Πηλίου». Ένα σπουδαίο Σύλλογο που ξεκίνησε απ το 2007 και έχει καθαρίσει και αποκαταστήσει  όλα τα παλιά μονοπάτια της περιοχής με προσωπική εργασία των μελών του. Μάλιστα τα μισά μελή του είναι Ευρωπαίοι που αποφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα στο Πήλιο. Οι πράξεις αυτές φανερώνουν τον σεβασμό  και την ευαισθητοποίηση που έχουν οι Ευρωπαίοι πολίτες προς το περιβάλλον, πράγμα που και στη χωρά μας αρχίζει σιγά σιγά να αναδεικνύεται.

Μετά από 2,5 ώρες στο λεωφορείο φτάσαμε στο χωριό Λαύκος και κάναμε μικρή στάση στην τεράστια πλατεία του με τα πλατάνια που οι  υπάλληλοι του δήμου  τη στόλιζαν με σημαιάκια για την αυριανή γιορτή. Κατηφορίσαμε σε ένα εύκολο μονοπάτι και σε μια ώρα φτάσαμε στην παραλιακό χωριό  Μήλινα, όπου και βγάλαμε μια ομαδική φωτογραφία σε μεγάλη παράταξη κατά μήκος του μόλου. Ξανά στο λεωφορείο με κατεύθυνση το Προμύρι. Μια εύκολη, κορυφαίας ομορφιάς διαδρομή σε καλντερίμι που κατηφόριζε δίπλα σε μια ρεματιά με τρεχούμενα νερά, για να καταλήξουμε στην παραλία του Πλατανιά στο Αιγαίο. Εδώ αυτοί που τόλμησαν να βουτήξουν στη θάλασσα ήταν αρκετοί. Αφού απολαύσαμε ένα τσίπουρο, επιστρέψαμε στο σαλέ για ξεκούραση .

Λόγω της εθνικής εορτής γλιτώσαμε τη σημερινή πεζοπορία, αν και ήταν μόνο δυο ώρες! Βάλαμε τα καλά μας ρούχα, χαιρετίσαμε τα παιδιά από το σαλέ Θεοδώρου και με το λεωφορείο ανεβήκαμε  στο λόφο της Γορίτσας, όπου στην κορυφή βρίσκεται  η εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής και υπολείμματα του αρχαίου τείχους. Από το λόφο η θέα είναι πανοραμική προς την πόλη και το λιμάνι του Βόλου.

Κατεβαίνοντας στην πόλη επισκεφτήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου, ένα Μουσείο καταπληκτικό, γεμάτο νεολιθικά ευρήματα από τους οικισμούς της ευρύτερης περιοχής. Μετά διασκορπιστήκαμε στη Βόλο, άλλοι πήγαν να δουν την παρέλαση, άλλοι για καφέ, άλλοι για τσίπουρα και άλλοι για  περπάτημα μιας και  είχαμε ξεχάσει τόσες μέρες πως είναι να περπατάς σε πεζόδρομο!

Στις 15.00 επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο  για επιστροφή στο λιμάνι του Πειραιά. Αν και είχαμε τέσσερις ώρες  δρόμο, κάνεις δεν είχε όρεξη  για ύπνο. Αντιθέτως η ώρα πέρασε λέγοντας ανέκδοτα  και κουβεντιάζοντας τα κατορθώματα μας. Στον Πειραιά χαιρετήσαμε και τον Κώστα, είχαμε διανύσει μαζί του 1230χλμ!

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον ΕΟΣ Βόλου και στα μέλη του που μας συνόδεψαν στις πορείες. Ευχαριστούμε τη Νανά Κουτσανδρέου και όλο το Δ.Σ. του Συλλόγου μας για την άρτια οργάνωση, τον ΕΟΣ Μοιρών για την συνεργασία και φυσικά τον Αρχηγό της εξόρμησης, τον Άλκη Γκέσκο, που μας ξενάγησε στον τόπο καταγωγής του.

Πανέμορφα τα μέρη σας, Άλκη!

Αφήστε μια απάντηση

[ + ]